Advertisement
Guest User

Το Πέος του Φράνκενστάιν

a guest
Mar 18th, 2018
188
0
Never
Not a member of Pastebin yet? Sign Up, it unlocks many cool features!
text 34.26 KB | None | 0 0
  1. Το Πέος του Φρανκενστάιν
  2.  
  3. Ernest Hogan
  4. Μετάφραση: Θανάσης Βέμπος
  5.  
  6. Η ψηλή ξανθιά με το οξυζεναρισμένο μαλλί που κάρφωνε o Ραλφ, σηκώθηκε ξαφνικά όρθια και είπε:
  7. «Γαμώ το μου, γιατί δεν μπορώ επιτέλους να βρω κανέναν άντρα με πραγματικά μεγάλη ψωλή;»
  8.  
  9. Η συγκεχυμένη, υπόκωφη οχλοβοή που λέρωνε την γκαραζιέρικη ατμόσφαιρα του μπαρ με το τσιμεντένιο δάπεδο, σταμάτησε αμέσως. Επικράτησε σιωπή. Οι δυο νταλικέρηδες που έπαιζαν μπιλιάρδο, σταμάτησαν και κοίταξαν την ξανθιά. Ένας ξερακιανός, με μακριά λιγδωμένα μαλλιά νεαρός, που θα πρέπει να ήταν μηχανόβιος, αν είχε ποτέ τη δυνατότητα να αγοράσει μηχανή, σταμάτησε να ρίχνει κέρματα στο τζουκ μποξ διαλέγοντας συνέχεια το «Bound and Gagged» του Τεντ Νάγκεντ, και προχώρησε προς το μέρος της.
  10.  
  11. Η σταφιδιασμένη μπαμπόγρια πίσω από το μπαρ χλόμιασε, ενώ οι θαμώνες του μπαρ -όλοι εκτός από το Ραλφ - κοιτούσαν με αδημονία την πόρτα.
  12.  
  13. «Κοπέλα μου», είπε ο ψευτομηχανόβιος, χαμογελώντας με τα σάπια δόντια του, «σήμερα είναι η τυχερή σου μέρα».
  14. Η αυτοπεποίθησή του ξεχείλιζε από το φθαρμένο μπλουζάκι του που έγραφε Χάρλευ Ντάβιντσον και από τα θεοβρώμικα Ληβάις τζην του. Έκανε να αγγίξει την ξανθιά με κοκαλιάρικα χέρια και τα βρώμικα νύχια του.
  15.  
  16. Η γριά ιδιοκτήτρια του μπαρ, έκανε να πιάσει την καραμπίνα που είχε κάτω από το γκισέ.
  17.  
  18. Προτού τα λιγδιάρικα χέρια του πλησιάσουν τα πλούσια στήθη της, η ξανθιά έριξε μια καλοζυγισμένη μπουνιά στο ηλιακό πλέγμα του νεαρού, κάνοντας να του κοπεί η ανάσα. Ο νεαρός έβηξε και ταλαντεύτηκε. Εκείνη τον βοήθησε να χάσει την ισορροπία του, ρίχνοντας με την καουμπόικη μπότα της μια κλωτσιά κατευθείαν στα αχαμνά του.
  19.  
  20. Όταν εκείνος έπεσε χάμω ανήμπορος, η ξανθιά τού έλυσε τη ζώνη με την αγκράφα που έγραφε Λεντ Ζέππελιν, του ξεκούμπωσε το φερμουάρ και μετά του κατέβασε τα παντελόνια.
  21. «Αρχίδια!» είπε, φτύνοντας το κακομοιριασμένο, ζαρωμένο μέλος. Ούτε τη βάση δεν πιάνεις».
  22.  
  23. Το κλικ του κόκορα της καραμπίνας, έκανε κάθε βλέμμα να στραφεί στην ασπρομάλλα ιδιοκτήτρια. «Γαμώ το κέρατό σου καριόλα!» είπε στην ξανθιά. Τσακίσου φύγε και μην ξαναπατήσεις το πόδι σου εδώ μέσα!»
  24. «Εντάξει, εντάξει», είπε η ξανθιά, σηκώνοντας τα χέρια της. Τα μακριά κατακόκκινα νύχια της άστραψαν, ενώ κάτω από το ξεθωριασμένο πορτοκαλί εξώπλατο μπλουζάκι της τα στήθη της τρεμόπαιξαν αναπόφευκτα. Σηκώθηκε και προχώρησε θεαματικά προς την έξοδο, τρικλίζοντας από το μεθύσι, με τον αναθεματισμένα τέλειο κώλο της -ντυμένο με ακριβό αλλά παλιό τζην- να κουνιέται λες και μάσαγε τσίχλα.
  25.  
  26. Όλοι στο μπαρ ένιωσαν ανακούφιση. Η ξανθιά ήταν ωραία γκόμενα, αλλά αυτή η νύχτα ήταν μια από εκείνες, που η αιθαλομίχλη του Λος Αντζελες δεν σταματούσε να βράζει μετά το ηλιοβασίλεμα. Τα μάτια όλων ήταν κατακόκκινα και ο ύπνος ήταν κάτι το αδύνατο. Αυτό που ζητούσαν όλοι ήταν ένα μέρος με σχετικά αξιοπρεπή κλιματισμό, όπου θα μπορούσαν να αράξουν και να πιουν ένα ποτό με την ησυχία τους.
  27.  
  28. Η εξαίρεση ήταν ο Ραλφ. Υπήρχε κάτι σ' αυτήν την αναιδή γυναίκα, κάτι που έκανε το μυαλό του να ξεχνά τον πνιγηρό, ανθυγιεινό αέρα καθώς και τα προβλήματά του. Είχαν περάσει κάνα-δυο ώρες από τότε που εκείνοι είχαν δώσει σημεία ζωής. Έτσι ο Ραλφ παράτησε το μισοάδειο ποτήρι του με την ξεθυμασμένη μπύρα και πήρε την ξανθιά στο κατόπι. Εκείνη προχωρούσε ξαναμμένη προς το πάρκινγκ, περπατώντας επικίνδυνα γρήγορα, μουρμουρίζοντας συνεχώς ακατάληπτες φράσεις από τις οποίες ξεχώριζαν οι συχνές επαναλήψεις της λέξης «γαμώτο».
  29.  
  30. Είχε σφιχτοδεμένο κορμί, προφανώς από αερόμπικ, είχε μυτερά νύχια κι έτρεχε πολύ γρήγορα υπό την επήρεια του αλκοόλ που είχε κατεβάσει. Μπορεί αυτό που έκανε ο Ραλφ να ήταν επικίνδυνο, αλλά ο ίδιος ήταν συνηθισμένος. Η ξανθιά ίσως να ήταν κιόλας διασκεδαστική, δηλαδή ό,τι ακριβώς χρειαζόταν ο Ραλφ.
  31.  
  32. Της έκοψε το δρόμο και είπε: «Ώστε λοιπόν γουστάρεις κάτι πραγματικά μεγάλο;»
  33. Τα γαλάζια ψυχρά μάτια της του έριξαν ένα θανατηφόρο βλέμμα καθώς ο Ραλφ έδειξε το εξόγκωμα στο παντελόνι του. Το εξόγκωμα έφτανε σχεδόν μέχρι το γόνατό του.
  34. «Μπα, απλώς έκανες μασούρι τίποτα βρεγμένες κάλτσες και τις έχωσες στο παντελόνι σου», είπε εκείνη, αλλά τα μάτια της έγιναν μερικούς βαθμούς θερμότερα.
  35. «Είναι πραγματικό», είπε ο Ραλφ. «Απίστευτο κι όμως αληθινό».
  36. «Τέλος πάντων, αν το δω το πιστεύω», είπε εκείνη. Οι ρόγες της είχαν αρχίσει να γίνονται ορατές κάτω από το μπλουζάκι της.
  37. «Το αμάξι μου είναι εκεί πέρα», είπε ο Ραλφ, προσπαθώντας να της πιάσει το μπράτσο.
  38.  
  39. Το χέρι του έπιασε άδειο αέρα. Σαν αστραπή, η ξανθιά του κατέβασε τα παντελόνια μέχρι τον αστράγαλο, αφήνοντάς Το εκτεθειμένο κάτω από τον διαβρωτικό και χωρίς άστρα ουρανό.
  40.  
  41. «Ω Θεέ μου», είπε, καθώς έπεφτε στα γόνατα, λες κι ήθελε να προσευχηθεί.
  42.  
  43. Είχε μήκος σαράντα πέντε πόντους και όλο και μάκραινε και σκλήραινε καθώς η ξανθιά το πλησίαζε. Ήταν ένα τέρας, με την περιφέρειά του στιγματισμένη από κάτι που έμοιαζε με ουλές, σε τρεις ζώνες. Ήταν το πράμα που το τέρας του Φρανκενστάιν σίγουρα θα'πρεπε να είχε ανάμεσα στα σκέλια του.
  44.  
  45. Καθώς η ξανθιά έγλειφε πεινασμένα το κεφάλι τυλίγοντας τη μακριά και ζεστή γλώσσα της γύρω του, ο Ραλφ έριξε μια ματιά στο πάρκινγκ. Ούτε ίχνος ζωής. Όπως και σ' ένα τυπικό προάστιο κατά μήκος του Αυτοκινητόδρομου του Σαν Μπερναρντίνο: μετά τα μεσάνυχτα έπεφτε επιδημία μαζικής χειμερίας νάρκης. Βέβαια οι μπάτσοι δεν στρογγυλοκάθονταν πάντα στα καθίσματα των αγαπημένων τους λουκουματζίδικων. Και παρόλα αυτά, οι μπάτσοι ήταν το τελευταίο πράγμα που ανησυχούσε το Ραλφ.
  46.  
  47. Η ξανθιά σταμάτησε το γλείψιμο που πρόσθεσε άλλους τρεις πόντους στο μήκος του. Ετοιμαζόταν να το πάρει ανάμεσα στα στήθια της. Ένα χοντρό κορδόνι από σάλιο το συνέδεε ακόμα με το στόμα της.
  48. «Όπως σου είπα», είπε ο Ραλφ παίρνοντας το κεφάλι της ξανθιάς στα χέρια του, το αυτοκίνητό μου είναι εκεί πέρα».
  49. «Ουπς!» έκανε εκείνη με ένα πρόστυχο χαμόγελο. Παρασύρθηκα».
  50.  
  51. Η ξανθιά ήταν το είδος της γυναίκας που του έκανε. Ακριβώς ό,τι αναζητούσε.
  52.  
  53. Σύντομα βρίσκονταν στο πίσω κάθισμα του σαραβαλιασμένου πράσινου Νόβα. Ο Ραλφ δεν μπορούσε να πιστέψει πόσο γρήγορα η ξανθιά έβγαλε τα ρούχα της -ακόμα και τις καουμπόικες μπότες της. Για μια ακόμα φορά έγλειφε σπατουλαριστά τη σκούρα μοβ βάλανο, περνώντας τη γλώσσα της πάνω και κάτω από τη σχισμή της ουρήθρας. Ο Ραλφ μάλαζε απαλά τα στήθη της, ενώ ταυτόχρονα έτριβε τις ρόγες της με τους αντίχειρές του. Η ξανθιά έκλεισε τα μάτια της, αναστέναξε και μετά είπε ρυθμικά: «Γάμα μου τα βυζιά! Γάμα μου τα βυζιά!»
  54.  
  55. Αμέσως πήραν κι οι δυο την κατάλληλη στάση, έτσι ώστε η ξανθιά να το κρατά γερά στο ζεστό χώρισμα του στήθους της. Οι ρόγες της έγιναν σκληρές σαν βότσαλα και προεξείχαν σαν κοντόχοντρα δάχτυλα, καθώς ο Ραλφ γλίστρησε το γεμάτο ουλές τέρας ανάμεσα στα στήθη της και άρχισε να το τρομπάρει μπρος πίσω μέσα στη σφιχτή κοιλότητα της σάρκας της, με ρυθμό που αύξαινε σταδιακά. Κάθε φορά που το πράμα του χτυπούσε το σαγόνι της, γλιστρούσε στα χείλια της και έτριβε τη μύτη της, εκείνη το υποδεχόταν πρόθυμα με τη γλώσσα της.
  56.  
  57. Ήταν άψογα. Ήταν ό,τι έψαχνε να βρει ο Ραλφ στη ζωή του. Ξέχασε τα πάντα σχετικά με την αιθαλομίχλη, τα φτηνά μπαρ, τους τρελούς χειρούργους, τα πιθηκόμορφα σκιάχτρα με τα μαλλιά στο χρώμα της άμμου, τις ψυχρές καριόλες με την παράξενη προφορά, που κουβαλούσαν μαύρα τσαντάκια γεμάτα μαραφέτια για απαίσιες αυτοσχέδιες εγχειρήσεις. Ήθελε απλώς και μόνο μια όμορφη γυναίκα καρφωμένη στην παλλόμενη ψωλή του, το μουνί της να χάσκει υγρό και φαρδύ, το γιγαντιαίο πέος του να υγραίνεται στην άκρη του, να εκκρίνει τη γαλακτώδη μικρή πέρλα - το προοίμιο της έκρηξης που θα ξερνούσε κολλώδεις πίδακες από λευκό σπέρμα πάνω στο εκστατικό της πρόσωπο...
  58.  
  59. Μετά άκουσε κάτι. Τρεις δυνατούς χτύπους.
  60.  
  61. Η ξανθιά δεν φάνηκε να ακούει αλλά ο Ραλφ σήκωσε το βλέμμα του και είδε κάτι που έκανε το αίμα του να παγώσει. Στο θαμπωμένο παράθυρο διακρίνονταν οι συγκεχυμένες φιγούρες των δύο γνώριμων μορφών. Έπρεπε να κάνουν την εμφάνισή τους όταν oΡαλφ ήταν έτοιμος να τελειώσει.
  62.  
  63. Μια πελώρια γροθιά μέσα σε γάντι από μαύρο δέρμα, διαπέρασε συντρίβοντας το ενισχυμένο κρύσταλλο του παράθυρου, λίγο πάνω από το κεφάλι της λαχανιασμένης ξανθιάς. Ένα ουρλιαχτό ξέφυγε από το λαρύγγι της τελευταίας, καθώς θραύσματα γυαλιού έπεσαν σαν χαλάζι στο κεφάλι της και ο πιθηκάνθρωπος με τα μαλλιά στο χρώμα της άμμου τη γράπωσε από τα μαλλιά με μια λαβή θανάτου.
  64.  
  65. Η τεράστια ψωλή του Ραλφ άρχισε να πλαδαρεύει. «Περνάς καλά με το παιχνιδάκι σου, ε Ραλφ;» είπε μια τρομακτικά αδύνατη γυναίκα με άχρωμα μαλλιά, με προφορά που ο Ραλφ δεν μπόρεσε ποτέ του να αναγνωρίσει. Κούνησε μπροστά του το μικρό μαύρο τσαντάκι της.
  66.  
  67. Η θέα της τσάντας επιτάχυνε τα αντανακλαστικά του. Αρπαξε το μπράτσο του πιθηκάνθρωπου και το τράβηξε στο αυτοκίνητο' το κακομούτσουνο κεφάλι κι οι ώμοι βρόντηξαν στο πλαίσιο του παράθυρου και στα υπολείμματα του σπασμένου γυαλιού. Η τεράστια δερματοντυμένη γροθιά χαλάρωσε κι άφησε τα μαλλιά της ξανθιάς.
  68.  
  69. Μόλις λευτερώθηκε, η ξανθιά άρχισε δράση. Αρπαξε το χέρι του εισβολέα και βύθισε τα δόντια της μέσα του, κλείνοντας τα σαγόνια της πάνω του σαν μέγγενη. Ο αργόστροφος δολοφόνος ήταν πολύ απασχολημένος με τον πόνο που ένιωθε για να αντιδράσει. Εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία, ο Ραλφ πήδηξε στο μπροστινό κάθισμα. Δευτερόλεπτα αργότερα είχε βρει τα κλειδιά του και σανίδωσε το γκάζι του Νόβα. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε σαν βολίδα μέσα στο άδειο πάρκινγκ, σέρνοντας μαζί τον εισβολέα που κλωτσούσε και ούρλιαζε. Είχαν βγει στο δρόμο όταν η ξανθιά τον ξεκόλλησε απ' το αμάξι, στέλνοντάς τον να κουτρουβαλήσει στην άσφαλτο που του έγδαρε ρούχα και σάρκες.
  70.  
  71. Γυμνός, με το τρομακτικό του όργανο πλαδαρό, τα μάτια του Ραλφ έγιναν γυάλινα καθώς οδηγούσε σαν μανιακός. Αψηφώντας εντελώς κάθε όριο ταχύτητας, επιτάχυνε το αυτοκίνητο κατευθυνόμενος προς την κύρια έξοδο και μετά κράτησε τέρμα πατημένο το γκάζι σε όλη τη διαδρομή μέχρι τον πρώτο τους προορισμό: μια ράμπα εισόδου στον Αυτοκινητόδρομο του Σαν Μπερναρντίνο. Όταν έφτασε εκεί, αγνόησε το όριο ταχύτητας των 55 μιλίων και συνέχισε να οδηγεί σαν τρελός. Δεν είχε σημασία πού πήγαινε' θα πήγαινε όπου τον έβγαζε ο αυτοκινητόδρομος, όσο συνέχιζαν να αυγαταίνουν τα πολύτιμα μίλια μεταξύ του Ραλφ και των διωκτών του.
  72.  
  73. «Τι στο διάολο ήταν αυτές οι μαλακίες;» ούρλιαξε η ξανθιά, με τα μαλλιά της να ανεμίζουν ξέφρενα από τον αέρα που έμπαινε ορμητικά απ' το σπασμένο παράθυρο. Τι διάολο, οι ηλιακές κηλίδες τηγάνισαν το μυαλό ολονών;»
  74. «Με λένε Ραλφ», είπε εκείνος.
  75. «Κι εμένα Γουιλλυ -απ' το Γουίλμα' οι γονείς μου γουστάρανε την «Οικογένεια Φλίντστοουν» περισσότερο από μένα- κι αυτό δεν αποτελεί εξήγηση!»
  76. Ο Ραλφ έκοψε ταχύτητα, έριξε μια ματιά στο καθρεφτάκι και είπε με σοβαρό ύφος: «Ήταν η Νέλντα κι ο Τζέηκομπ. Ήρθαν να πάρουν πίσω το πράμα μου».
  77. Το τσιτωμένο πρόσωπό της χαλάρωσε για μια στιγμή και μετά η Γουιλλυ σωριάστηκε στο κάθισμα λέγοντας: «Ναι... βέβαια».
  78. «Για σκέψου το», είπε ο Ραλφ. «Πώς μπορούσα να έχω γεννηθεί με αυτό το τέρας του Φρανκενστάιν ανάμεσα στα σκέλια μου; Γιατί νομίζεις ότι oπάρχουν όλες αυτές οι ουλές; Τα φυσιολογικά πέη με τέτοιο μέγεθος, ποτέ δεν καυλώνουν ολότελα».
  79. «Δηλαδή, δεν είναι φυσιολογικό; Εννοώ, είναι τεχνητό;»
  80. «Εε, κάτι τέτοιο. Είναι ένα θαύμα της σύγχρονης μεταμοσχευτικής και αναπλαστικής χειρουργικής. Το παράνομο έργο ενός τύπου, που αυτοαποκαλείται δρ Κράκεν».
  81. «Για... γιατί;»
  82. «Το δικό μου πράμα ήταν μικρό, πολύ μικρό. Όλοι το θεωρούσαν πολύ αστείο, και για να καταφέρω να πηδήξω μου έβγαινε το λάδι. Κάθε καριόλα, όταν το έβλεπε, έλεγε: «άλλαξα γνώμη, είναι πολύ μικρό», και με άφηνε καυλωμένο στα κρύα του λουτρού. Μπορείς να το φανταστείς;»
  83.  
  84. Η Γουιλλυ, μπερδεμένη, έγνεψε καταφατικά.
  85.  
  86. «Κόντευα να τρελαθώ τελείως κι έτσι άρχισα να την ψάχνω με την μεγέθυνση πέους, κάτι που εν τέλει αποδείχτηκε μαλακία και τσαρλατανισμός. Τότε μια μέρα ήρθε ο Κράκεν -είναι όλο ρυτίδες, δεν έχει ούτε μια τρίχα στο κρανίο του, ούτε καν βλεφαρίδες. Είχε βρει το όνομα και τη διεύθυνσή μου από έναν από τους κομπογιαννίτες. Η διαδικασία μεταμόσχευσης/ανάπλασης μου φάνηκε ενδιαφέρουσα κι έτσι δέχτηκα».
  87. «Και έπιασε, έτσι;»
  88.  
  89. «Το ρουφούσες, Γουιλλυ. Τέλος πάντων, που λες με παγίδεψαν σ' αυτό το περίεργο σύστημα εξόφλησης πληρωμών. Πολύ σύντομα ο τραπεζικός μου λογαριασμός στέρεψε κι εκείνοι απαίτησαν να τους επιστρέψω το πράμα μου. Εγώ την κοπάνησα κι ο Κράκεν έστειλε ξοπίσω μου το Τζέηκομπ και τη Νέλντα για να μου το κόψουν χωρίς αναισθητικό και να με αφήσουν να αιμορραγήσω μέχρι θανάτου».
  90.  
  91. Η Γουιλλυ έσκυψε για να ρίξει μια ματιά στο πράμα του, στην ημίσκληρη δόξα του. «Αν δεν το είχες αυτό, δεν θα σε πίστευα».
  92. «Τέλος πάντων, ντύσου και θα σε αφήσω κάπου. Μπορεί να κινδυνεύσεις' άσε τι θα σου κάνουν αν...»
  93. «Αποκλείεται Ραλφ», είπε εκείνη, σκύβοντας και πιάνοντάς το. «Δεν μπόρεσα ακόμα να νιώσω το γερο-Φρανκενστάιν μέσα μου! Χώρια που καταντάει συναρπαστικό, να τρέχεις έτσι να κρυφτείς και τα σχετικά». Κατόπιν έσκασε ένα ζουμερό γαλλικό φιλί στο αυτί του, κάτι που κόντεψε να κάνει το αυτοκίνητο να ξεφύγει από την πορεία του και να γίνει μια μάζα τσακισμένα παλιοσίδερα στο κράσπεδο του αυτοκινητόδρομου.
  94.  
  95. Σύντομα έφτασαν σε ένα μοτέλ που χρέωνε με την ώρα.
  96.  
  97. Όταν κλείδωσαν την πόρτα κι έβαλαν και το σύρτη, έπεσαν o ένας πάνω στον άλλον σαν δυο ποτάμια λειωμένης λάβας. Έσφιγγαν με τα χέρια τους ο ένας τον άλλον. Κοιλιά και λαγόνια πίεζαν το πέος του Φρανκενστάιν που σκλήραινε συνεχώς. Τα πλούσια στήθη της να είναι κολλημένα πάνω στο Ραλφ καθώς οι ρόγες τους σκλήραιναν. Τα στόματά τους σφραγίστηκαν σχηματίζοντας μια ζεστή, σκοτεινή, γεμάτη σάλια σπηλιά, μέσα στην οποία πάλευαν οι γλώσσες τους.
  98.  
  99. Σαν ένα κορμί, έπεσαν στο κρεβάτι και άρχισαν να ξεσκίζουν o ένας τα ρούχα του άλλου, αποκαλύπτοντας τα ιδρωμένα και καπνισμένα από την αιθαλομίχλη κορμιά τους, που αναζητούσαν απεγνωσμένα τον παράδεισο το ένα στο άλλο.
  100.  
  101. Στην αρχή ο Ραλφ πήγε να έρθει από πάνω, αλλά η Γουιλλυ του πήρε τα χέρια του και τα έβαλε στα στήθη της, τον κοίταξε κατάματα με πυρωμένο βλέμμα, ένωσε τους γευστικούς κάλυκές της με τους δικούς του για μια ακόμα φορά και μετά ικέτεψε: «Θέλω να σε καβαλήσω, Ραλφ. Ασε με να καβαλήσω το γιγάντιο τέρας, το θεσπέσιο κτήνος σου».
  102.  
  103. Εκείνος ξάπλωσε ανάσκελα κι η Γουιλλυ ήρθε από πάνω, λύγισε τα γόνατά της και μετά έχανε κάθισμα, χόρεψε λιγάκι, περιστρέφοντας το αιδοίο της που έσταζε, μερικά χιλιοστά πάνω από την παλλόμενη βάλανο του τιτάνιου μέλους, γαργαλώντας την με τις σκούρες καστανές τρίχες του εφηβαίου της. Αυτό τον ξετρέλανε. O Ραλφ άρπαξε τα σεντόνια καθώς εκείνο μεγάλωνε διαρκώς και άφησε το μαργαριταρένιο υγρό στην άκρη του πέους του να ανακατευτεί με τα ζουμιά της Γουίλλυ. Έπειτα άρπαξε τα βυζιά της, βύθισε τα δάχτυλά του βαθιά στη μαλακή σάρκα, μετά άνοιξε τα δάχτυλά του και ζούληξε τα βυζιά δυνατά, παραμορφώνοντάς τα και σπρώχνοντάς τα προς τα πλευρά του κορμιού της που έτρεμε ολόκληρο, προσέχοντας να τρίβει τις ρόγες με τους αντίχειρές του καθώς τα άφηνε να επανέλθουν στη θέση τους.
  104.  
  105. «Ω Θεέ μου, ναι, ναι, ναι!» έκανε η Γουιλλυ, λαχανιάζοντας καθώς χαμήλωνε το ορθάνοιχτο μουνάκι της πάνω στο κεφάλι του πέους του Φρανκενστάιν, δαγκώνοντας το κάτω χείλος της καθώς εκείνο γλιστρούσε μέσα.
  106.  
  107. Κατόπιν η Γουιλλυ γονάτισε με ανοιχτά τα σκέλια και με ένα γουργουριστό «Ουγχχ», άρπαξε σφιχτά το Ραλφ με τους ισχυρούς μυώνες του κόλπου της. Ο κόλπος της έσφιγγε πιο σφιχτά κι από χέρι. Χαλαρώνοντας το σφίξιμό της αρκετά για να μπορέσει να κινηθεί, άφησε το γεμάτο ουλές παλούκι να γλιστρήσει μέσα της, να χωθεί βαθιά, να γεμίσει εντελώς το κολπικό της τούνελ και να εισχωρήσει στη μήτρα. Όταν το κεφάλι χτύπησε στα τοιχώματα της μήτρας, ο Ραλφ άρπαξε τη Γουιλλυ από τους γοφούς- δεν ήθελε να την πονέσει.
  108.  
  109. Σφίγγοντας και χαλαρώνοντας τη λαβή της, ανεβοκατέβαινε πάνω στο τέρας, πλημμυρίζοντας και τους δυο με κύματα ηδονής. O Ραλφ άρπαξε το τμήμα του παλουκιού που δεν είχε χωρέσει να μπει μέσα. Τα υγρά της έτρεχαν στα χέρια του και ο Ραλφ έσπρωχνε το πέος βαθύτερα στο ρυθμό που εκείνη ανεβοκατέβαινε πάνω του. Το χέρι του χτυπούσε στο μουνί της, δίνοντάς του απανωτά υγρά χαστούκια. Ο ρυθμός έφτασε στο αποκορύφωμά του. Γρηγορότερα. Γρηγορότερα. Η Γουιλλυ φυσούσε και ξεφυσούσε και τελικά έχυσε μ' ένα παθιασμένο «Ναιαιαιαιαιαιαιαι!» καθώς ο Ραλφ εξαπέλυε το ζεματιστό χείμαρρο μέσα της.
  110.  
  111. Καθώς η Γουιλλυ έπεφτε πάνω στο Ραλφ και του έσκαζε ένα παλλόμενο υγρό φιλί στο λαιμό, η πόρτα έσπασε, η κλειδαριά τσακίστηκε και ο ξεχαρβαλωμένος σύρτης κρεμάστηκε άψυχα από τις βίδες του.
  112.  
  113. Ο πιθηκόμορφος Τζέηκομπ στεκόταν στο κατώφλι, κρατώντας το πρησμένο χέρι του που έτρεμε. Πίσω του βρισκόταν η απίστευτα κοκαλιάρα Νέλντα, κουνώντας χαιρέκακα ένα μικρό μαύρο τσαντάκι. «Ατακτούλικο παιδί», είπε, κι ακολούθησε ένα στακάτο τσκ-τσκ-τσκ.
  114. Ένα ξέσπασμα αδρεναλίνης έκανε το Ραλφ να συνέλθει αμέσως από τη μετασυνουσιακή του χαύνωση. Αρπαξε τη Βίβλο του Γεδεών από το τραπεζάκι και την εκσφενδόνισε στο πληγωμένο χέρι του Τζέηκομπ.
  115.  
  116. Ο ξανθομάλλης γίγαντας βρυχήθηκε με πόνο. Έκανε να χιμήξει. Έφαγε το τηλέφωνο στα μούτρα. Κι ενώ στεκόταν εκεί σαστισμένος, ο Ραλφ έπεσε πάνω του, ρίχνοντας όλο το βάρος του στο πληγωμένο χέρι του Τζέηκομπ.
  117.  
  118. Ενώ ο Ραλφ σφυροκοπούσε τον Τζέηκομπ, η Νέλντα έβγαλε ένα γυαλιστερό νυστέρι από το τσαντάκι και χίμηξε στη Γουιλλυ. H δυναμική ξανθιά το έκανε να πέσει από το χέρι της καριόλας, πετώντας της με θαυμαστή ακρίβεια το πορτατίφ, και μετά έπεσε πάνω στη Νέλντα σαν αγριόγατα, ξεσκίζοντας το κοκαλιάρικο πρόσωπο με τα άλικα νύχια της. Κι οι δυό τους σωριάστηκαν κατάχαμα. Σύντομα κι οι δυο γυναίκες κυλιόνταν στο πάτωμα, η Νέλντα να αφήνει κόκκινες νυχιές στο δέρμα της Γουιλλυ κι η Γουιλλυ να ξεσχίζει τα αντρικά ρούχα της Νέλντα σε κουρέλια. Σαν τύπος που περνά τη ζωή της βουτηγμένη στα βιβλία, η Νέλντα ήταν συνηθισμένη να ξεσπά τα σαδιστικά της ένστικτα σε θύματα που δεν μπορούσαν να της φέρουν αντίσταση, κι έτσι τα βρήκε σκούρα από την αθλητική και περπατημένη Γουίλλυ. Η βοηθός του δρα Κράκεν άρχισε να γρατζουνάει τα βυζιά της αντιπάλου της. H Γουίλλυ άρπαξε τα κοντά, άχρωμα μαλλιά της Νέλντα και άρχισε να βροντοκοπά το οστεώδες κεφάλι στο πάτωμα.
  119.  
  120. Σταμάτησε μόνο όταν ο Ραλφ την έπιασε από τους ώμους και της είπε: «Γουιλλυ! Σβέλτα! Μάζεψε τα ρούχα σου! Πρέπει να την κοπανήσουμε από δω!»
  121.  
  122. Έτρεξαν γυμνοί στο Νόβα, κρατώντας τα κουβαριασμένα ρούχα τους, χωρίς να ξέρουν αν είχαν αφήσει πίσω τους δυο πτώματα ή δυο υποψήφιους για το θάλαμο επειγόντων περιστατικών.
  123.  
  124. Ενώ απομακρύνονταν με ξέφρενη ταχύτητα προς το λυκαυγές, διασχίζοντας τον Αυτοκινητόδρομο του Σαν Μπερναρντίνο, ο Ραλφ γύρισε και της είπε: «Να με συγχωρείς που σε έμπλεξα έτσι».
  125.  
  126. «Μαλακίες», είπε η Γουιλλυ, σκύβοντας και πιάνοντας με το ένα της χέρι τον ώμο του και με το άλλο το καυλί του. «Σε ευχαριστώ που με έμπλεξες έτσι! Πριν από λίγες μέρες με απέλυσαν από τη δουλειά μου, σε λίγες μέρες μου κάνουν έξωση και δεν μπορούσα να βρω έναν άντρα της προκοπής. Είχα ψυχοπλακωθεί και μπεκρόπινα απελπισμένη. Και μετά ήρθες εσύ. Και τώρα έχω έναν άντρα με όργανο που δεν είχα δει ποτέ ούτε στα πιο άγρια, υγρά όνειρά μου, άρχισα μια συναρπαστική επικίνδυνη ζωή και κατέληξα να τρέχω γυμνή σ' έναν αυτοκινητόδρομο». Ακούμπησε το κεφάλι της στον ώμο του και χάιδεψε τις τρίχες του εφηβαίου του, μετά τις τρίχες του στήθους του κι άρχισε να παίζει με τις ρόγες του. «Είμαι κοπέλα που λατρεύει το χαβαλέ και τους μπελάδες, κι έτσι κόλλησα μαζί σου Ραλφ, μαζί σου και με όλη την τρέλα που σε κυνηγάει. 'Εϊ, ας τραβήξουμε αυτό το δρόμο, μέχρι να βαρεθούμε το τοπίο και μετά ας αλλάξουμε κατεύθυνση. Αυτό είναι η αληθινή ζωή για μένα...»
  127.  
  128. Ο Ραλφ απλώς χαμογέλασε και σκέφτηκε, για πρώτη φορά σε μια μικρή αιωνιότητα, ότι τελικά, ίσως τα πράγματα να του είχαν έρθει δεξιά.
Advertisement
Add Comment
Please, Sign In to add comment
Advertisement